1. Οι γέροντες στην Αρχαία Ελλάδα
Στους αρχαίους `Ελληνες, ο σεβασμός στους γέροντες αποτελούσε την
υπέρτατη αξία. Στα Ομηρικά `Επη, οι Γέροντες ήταν πλάι στους
πολεμιστές, με τον σοφό Νέστωρα να συμβουλεύει και να καθοδηγεί τις
μάχες. Ο Αχιλλέας, συγκινείται στη θέα του γέροντα Πριάμου, που
τον εκλιπαρούσε να του δώσει το πτώμα του Έκτορα προκειμένου να
το θάψει με τις δέουσες τιμές. Ο Αχιλλέας ακόμη, αποκαλούσε το
σοφό διδάσκαλο του Φοίνικα «άττα γεραίε», δηλ. γέροντα, καλέ πατέρα.
Στα ιστορικά χρόνια γενικά, οι γέροντες απολάμβαναν την ίδια εκτίμηση,
τον σεβασμό, αλλά και τη φροντίδα των νέων και των ωρίμων.
Έτσι, το λόγο άρχιζε πρώτος ο χορός των γερόντων που έψελνε:
“Άμμες ποκ’ ήμες άλκιμοι νεανίαι”, (Εμείς είμασταν κάποτε ρωμαλέοι νέοι).
Στον παραπάνω λόγο τότε ο χορός των ανδρών απαντούσε:
“Άμμες δε γ’ ειμέν, αι δε λης πείραν λάβε” (Εμείς είμαστε τώρα, αν θέλετε δοκιμάστε).
Στη συνέχεια το λόγο λάμβανε ο χορός των παίδων: “Άμμες δε γ΄ εσσόμεθα πολλώ κάρρονες” (Εμείς όμως θα γίνουμε καλύτεροι).
Τον ίδιο σεβασμό έτρεφαν για τα γηρατειά και στην Αθήνα, παρά το ότι τα θεωρούσαν συμφορά, επειδή αποστερούσαν το σώμα από την ομορφιά και τη χαρά της ζωής. Οι νέοι είχαν υποχρέωση να φροντίζουν τους γονείς τους («γηροβοσκείν») διαφορετικά η πολιτεία τους αφαιρούσε τα πολιτικά τους δικαιώματα, γεγονός ισότιμο της ατιμίας.
Συγκεκριμένα, αναφέρεται, ότι, όταν ένας γηραιός Αθηναίος έψαχνε για θέση στο θέατρο του Διονυσίου, οι μόνοι θεατές που σηκώθηκαν να του προσφέρουν τη δική τους, ήταν κάποιοι Σπαρτιάτες πρέσβεις, επίσημοι προσκεκλημένοι των Αθηναίων, που κάθονταν στην πρώτη σειρά. Βλέποντας την ευγενική αυτή χειρονομία το ακροατήριο ξέσπασε σε χειροκροτήματα. Στο σημείο αυτό ένας από τους Σπαρτιάτες γύρισε και είπε στους συντρόφους του: «Αυτοί οι Αθηναίοι είναι σε θέση να εκτιμήσουν τους καλούς τρόπους, αλλά δεν γνωρίζουν να τους εφαρμόσουν».
Στην αρχαιότητα, δεν υπήρχε κάτι ανάλογο με τη σημερινή γεροντολογία που είναι ειδικός κλάδος της ιατρικής. Παρ’ όλα αυτά το έργο του Ιπποκράτη περιλάμβανε διάσπαρτες παρατηρήσεις για τη φυσική κατάσταση των ηλικιωμένων, από τις οποίες φαίνεται το πρώιμο ενδιαφέρον για τη μελέτη της πορείας του γήρατος.
2. Συμμετοχή των γερόντων στα κοινά
2.1 Αρχαίοι Χρόνοι
Στα αρχαία χρόνια, πλάι στους ηγεμόνες παραστεκόταν στην Ελλάδα με
δικαιοδοσία συμβουλευτική η Βουλή των Γερόντων, ή Γερουσία. (Γερωσία ή
Γερωνία κατά τον ). Ο βασιλιάς των ομηρικών επών, των σκοτεινών
αιώνων, συνομιλεί και συναποφασίζει με τους γέροντες για τα δημόσια
θέματα.
Η Γερουσία της Σπάρτης, αντίστοιχη με την Βουλή των Πεντακοσίων
της αρχαίας , ήταν ένα σώμα 28 ανδρών, ηλικίας από 60 ετών και
πάνω (οπότε και ολοκληρωνόταν η στρατιωτική θητεία), που εκλέγονταν
διά βίου από την Απέλλα (Εκκλησία του Δήμου). Μέλη της ήταν ακόμη οι
δύο βασιλιάδες, οπότε συνολικά απαρτιζόταν από 30 άτομα. Κύριο
κριτήριο επιλογής τους ήταν η στρατιωτική τους αρετή. Στη Σπάρτη και
σε πολλές δωρικές πόλεις η Γερουσία ήταν ανώτερο πολιτικό σώμα, που
ασκούσε καθήκοντα βουλευτικά και δικαστικά.
Πιο συγκεκριμένα: Η Γερουσία έπαιζε σημαντικό ρόλο στην πολιτική ζωή
του κράτους, έχοντας την εξουσία να προετοιμάζει τους νόμους προς
ψήφιση, καθώς και τη νομοθετική πρωτοβουλία. Ακόμη, τα μέλη της
μπορούσαν να ασκήσουν βέτο στις αποφάσεις της Απέλλας. Σε
γενικές γραμμές ήταν Σώμα υπεύθυνο για την εσωτερική πολιτική και δεν
ελεγχόταν από κανέναν, για τις αποφάσεις του. Αποτελούσε ακόμη την
ανώτατη δικαστική αρχή που δίκαζε τις ποινικές υποθέσεις, και είχε τη
δυνατότητα να επιβάλλει τη θανατική ποινή, ή την απώλεια των πολιτικών
δικαιωμάτων του ατόμου. Σε συνδυασμό με τους Εφόρους, τα μέλη της
Γερουσίας μπορούσαν ακόμη και να ασκήσουν κριτική στους βασιλείς!
Ανάλογη με την Γερουσία της Σπάρτης ήταν και η Γερουσία ή Γερωνία των
δωρικών πόλεων της Μινωικής , που την αποτελούσαν 20-30
μέλη, και τον θεσμό της οποία, μιμήθηκε η Σπάρτη.
Γερουσίες επίσης καλούνταν κατά την τα πολιτικά Σώματα των
αριστοκρατικών πόλεων-κρατών του ελλαδικού χώρου και των παραλίων της
() μέχρι και τους ρωμαϊκούς χρόνους.
Η Γερουσία σήμερα, είναι ένα νομοθετικό σώμα που υφίσταται σε πολλές
σύγχρονες Δημοκρατίες, κοινοβουλευτικές (Ιταλία) και προεδρικές (ΗΠΑ,
Γαλλία). Λέγεται και Άνω Βουλή, σε αντιδιαστολή με την Κάτω Βουλή, που
είναι το βασικό και κυρίαρχο νομοθετικό σώμα. Στην Ελλάδα
θεσμοθετήθηκε δύο φορές, αλλά δεν ευτύχησε στη λειτουργία της, παρότι
έλκει την καταγωγή και την ονομασία της από την Αρχαία Ελλάδα. Ο
διορισμός γερουσιαστή προϋπέθετε την ιδιότητα του έλληνα πολίτη, πλήρη
πολιτικά και αστικά δικαιώματα και ηλικία τουλάχιστον 40 ετών
Εγκαταλείφθηκε οριστικά το 1935.
2.2 Νεότεροι χρόνοι
Μια μίμηση της αρχαίας Γερουσίας αποτελεί η «Γεροντική» της Μάνης που
άρχισε με την πτώση της Πελοποννήσου στους Τούρκους το 1461 και
τελείωσε το 1912, με τη διαφορά ότι περιελάμβανε μόνο άντρες ηλικίας
40-50 ετών. Αλλά, γενικά, στην περίοδο της Τουρκοκρατίας, η λέξη
«γέροντας» ήταν ισοδύναμη της λέξης «σεβάσμιος». Επεκράτησε δε από
τότε –και διατηρείται μέχρι σήμερα- το προσωνύμιο «Γέροντας» στους
κληρικούς, σε ένδειξη σεβασμού.
Την ίδια περίοδο –και κυρίως μετά την πτώση της Κωνσταντινούπολης το
1453- στους πληθυσμούς των Σαρακατσαναίων, τον πρώτο λόγο είχαν οι
γέροντες, την δε δικαστική εξουσία ασκούσε συμβούλιο γερόντων στα
πλαίσια του «συναφικού δικαστηρίου», οι οποίοι αφού άκουγαν τον
κατηγορούμενο και τον αδικημένο, έβγαζαν την απόφαση. Οι
ποινές μπορεί να ήταν ιδιαίτερα αυστηρές, ανάλογα με το είδος της
αδικίας. Ο θεσμός των συναφικών δικαστηρίων παρέμεινε σε ισχύ, έως το
1950 στην Ανατολική Μακεδονία και
Θράκη.
.
Τον 9ο αιώνα που η Κρήτη κατακτήθηκε από
τους Σαρακηνούς πειρατές, οι Σφακιανοί αρνήθηκαν να δηλώσουν
υποταγή και δημιούργησαν αυτόνομη κοινότητα με δική
της γερουσία (οι γέροντες κυβερνούσαν σαν πιο σοφοί).
Γενικότερα, στα χωριά της πατρίδας μας οι γέροι δεν ήταν παθητικοί.
Ήταν πάντα μπροστά είτε στο χορό και το γλέντι είτε στον πόλεμο.
Στα χωριά της Κρήτης, δεν έλειπαν οι γέροντες από τον κάθε
ξεσηκωμό. Οι δε γεροντότεροι έσερναν τον χορό στις γιορτές.
Είναι δε γνωστός ο ρόλος του «πρωτόγερου» στα χωριά των Σφακίων αλλά
και αλλού, του πλέον ηλικιωμένου γέροντα δηλαδή, του οποίου η γνώμη
ήταν καταλυτική σε δύσκολες περιπτώσεις (βεντέτες, ζωοκλοπές), αλλά
και σε θέματα τη καθημερινότητας.
2.3. Σήμερα
Το 1990 ο ΟΗΕ ανακήρυξε την 1η Οκτωβρίου ως την Παγκόσμια Ημέρα των
Ηλικιωμένων και ένα χρόνο αργότερα όρισε πέντε βασικές αρχές για τους
ηλικιωμένους, οι οποίες στοχεύουν στο να διασφαλίσουν ότι θα δοθεί
προτεραιότητα στην τρίτη ηλικία από όλες τις κυβερνήσεις του κόσμου.
Αυτές οι αρχές είναι η ανεξαρτησία, η ενεργός συμμετοχή των
ηλικιωμένων στα κοινά, η δυνατότητα εκπλήρωσης των προσωπικών στόχων,
η φροντίδα και η αξιοπρέπεια.
Ο πολιτισμός μιας κοινωνίας κρίνεται και από τη στάση της έναντι της
τρίτης ηλικίας. Η τρίτη ηλικία είναι μια φυσική κατάσταση της ζωής και
οι παλαιότερες κοινωνίες γνώριζαν να τιμούν την πείρα, την ψυχραιμία
και την οξυδέρκεια των πρεσβύτερων.
Έτσι, σήμερα οι άνθρωποι της τρίτης ηλικίας με την καθημερινή δράση
τους, τη ζωτικότητά τους και την ενεργό συμμετοχή στα κοινωνικά,
πνευματικά, πολιτικά και πολιτιστικά δρώμενα της εποχής μας,
αποδεικνύουν ότι είναι μάχιμοι της ζωής και δημιουργικοί. Κοιτάζοντας
τις φωτογραφίες των παππούδων και των γιαγιάδων τους, διαπιστώνουν ότι
διατηρούνται σε καλύτερη φυσική κατάσταση και νιώθουν αρκετά νέοι.
Διαπιστώνουν ότι η τρίτη ηλικία δε σημαίνει υποχρεωτικά αρρώστιες και
γήρανση, αλλά μια ακόμη περίοδο δημιουργίας και ανάπτυξης. Μια περίοδο
με πολλές και αληθινές χαρές, φτάνει μονάχα να καταλάβουν ότι: Το
σεβασμό τον εμπνέεις και δεν τον επιβάλλεις. Το μόνο που εξουσιάζεις
και μπορείς να αλλάξεις είναι ο εαυτός σου, κανένας άλλος. Να
αντιλαμβάνεσαι τις πρωτοτυπίες και τα ενδιαφέροντα των νέων. Να
αποδέχεσαι τη συνυπευθυνότητά σου για το καλό και κυρίως για το κακό.
Το χθες χάθηκε. Το αύριο είναι αβέβαιο. Το σήμερα υπάρχει και σου
ανήκει. Γι’ αυτό αξιοποίησε το. Και να αποδεχτούν το βιολογικό μαρασμό
και τις βιοσωματικές αλλαγές, να συμφιλιώνονται με το παρελθόν και την
αναπόφευκτη φθορά του ανθρώπου και να ζουν με την ιδέα των ιατρικών
εξετάσεων και να συμβιβάζονται με τα προβλήματα της υγείας και της
ηλικίας τους.
Τέλος, ο κύκλος της ζωής ξεκινά από την παιδική ηλικία και καταλήγει
πάλι σε αυτή με τον ερχομό των γερατειών. Η τρίτη ηλικία χρειάζεται
άνεση και φροντίδα και έχει μια τεράστια ανάγκη να ανήκει και να
προσφέρει έστω και στο ελάχιστο στην οικογένεια. Η Τρίτη ηλικία
χρειάζεται ασφάλεια και αγάπη! Κυρίως, αγάπη!
* Γεωπόνος-Συγγραφέας Μέλος της «Λογοτεχνικής Παρέας Χανίων»
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου